κι απ’ τον ήλιο ξεξασπρότερη.
2. Καλημέρα, καμηλάρη,
καμηλάρη, καλημέρα.
3. Κούπα καπακωτή,
κούπα καπακωμένη,
κούπα ξεκαπάκωτη,
κούπα ξεκαπακωμένη.
4. – Εκκλησιά μολυβωτή,
κούπα ξεκαπάκωτη,
κούπα ξεκαπακωμένη.
4. – Εκκλησιά μολυβωτή,
μολυβοκοντυλοπελεκητή,
ποιος σε μολυβοκοντυλοπελέκησε;
– Ο γιος του μολυβοκοντυλοπελεκητή.
5. Πέφτη* έκοψα το πεύκο,
Πέφτη πέφτει ο πεύκος κάτω.
6. Εβγήκα στην πήλινη, τη δήλινη,
στην πιρνολινοκούκουδη,
να μαζέψω τα πήλινα, τα δήλινα,
τα πιρνολινοκούκουδα,
κι ήρθε ο λύκος
ο πήλινος, ο δήλινος,
ο πιρνολινοκούκουδος,
να μου φάει την όρνιθα
την πήλινη, τη δήλινη,
την πιρνολινοκούκουδη
που κάνει τ’ αυγά
τα πήλινα, τα δήλινα,
τα πιρνολινοκούκουδα.
7. Η συκιά μας η διπλή,
η διπλογυρι-γυριστή,
κάνει τα σύκα τα διπλά,
τα διπλογυρι-γυριστά.
Πάει ο σκύλος, ο διπλός,
ο διπλογυρι-γυριστός,
να φάει τα σύκα τα διπλά,
τα διπλογυρι-γυριστά.
8. Ο γιος του ρουμπή,
του κουμπή,
του ρουμποκομπολογή,
βγήκε να ρουμπέψει,
να κουμπέψει,
να ρουμποκομπολογέψει,
και τον πιάσαν οι ρουμπήδες,
οι κουμπήδες,
οι ρουμποκομπολογήδες.
9. Ο τζίντζιρας, ο μίντζιρας,
ο τζιντζιμιντζιχόντζιρας,
ανέβηκε στην τζιντζιριά,
στη μιντζιριά,
στην τζιντζιμιντζιχοντζιριά,
να φάει τα τζίντζιρα, τα μίντζιρα,
τα τζιντζιμιντζιχόντζιρα.
ποιος σε μολυβοκοντυλοπελέκησε;
– Ο γιος του μολυβοκοντυλοπελεκητή.
5. Πέφτη* έκοψα το πεύκο,
Πέφτη πέφτει ο πεύκος κάτω.
6. Εβγήκα στην πήλινη, τη δήλινη,
στην πιρνολινοκούκουδη,
να μαζέψω τα πήλινα, τα δήλινα,
τα πιρνολινοκούκουδα,
κι ήρθε ο λύκος
ο πήλινος, ο δήλινος,
ο πιρνολινοκούκουδος,
να μου φάει την όρνιθα
την πήλινη, τη δήλινη,
την πιρνολινοκούκουδη
που κάνει τ’ αυγά
τα πήλινα, τα δήλινα,
τα πιρνολινοκούκουδα.
7. Η συκιά μας η διπλή,
η διπλογυρι-γυριστή,
κάνει τα σύκα τα διπλά,
τα διπλογυρι-γυριστά.
Πάει ο σκύλος, ο διπλός,
ο διπλογυρι-γυριστός,
να φάει τα σύκα τα διπλά,
τα διπλογυρι-γυριστά.
8. Ο γιος του ρουμπή,
του κουμπή,
του ρουμποκομπολογή,
βγήκε να ρουμπέψει,
να κουμπέψει,
να ρουμποκομπολογέψει,
και τον πιάσαν οι ρουμπήδες,
οι κουμπήδες,
οι ρουμποκομπολογήδες.
9. Ο τζίντζιρας, ο μίντζιρας,
ο τζιντζιμιντζιχόντζιρας,
ανέβηκε στην τζιντζιριά,
στη μιντζιριά,
στην τζιντζιμιντζιχοντζιριά,
να φάει τα τζίντζιρα, τα μίντζιρα,
τα τζιντζιμιντζιχόντζιρα.
*Πέφτη: Πέμπτη.
Πηγή: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος πρώτο και δεύτερο
Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου